Ωδή στο χιόνι
Άργησα πολύ να το συμπαθήσω. Το θεωρούσα μια περιττή ενόχληση κι απορούσα με όσους ξυπνούσαν χαράματα κι έτρεχαν να το απολαύσουν, να προλάβουν πρώτοι να το πατήσουν, να τσουλήσουν επάνω του. Γι' αυτό και μεσολάβησαν 15 χρόνια από την πρώτη μου μέχρι τη δεύτερη απόπειρα να σταθώ σε σκι. Κι απ' τη δεύτερη μέχρι την οριστική μου απόφαση να απολαμβάνω κι εγώ το χιόνι όπως αυτοί τους οποίους δεν μπορούσα να καταλάβω, μεσολάβησαν άλλα 5 χρόνια.
Πλέον, δηλώνω εξαρτημένη.
Το περασμένο Σάββατο ήταν μια από τις μέρες για τις οποίες ζει κάθε χιονοτρελαμένος: για να δει, να αγγίξει, να πατήσει, να ζουλήξει, να απολαύσει ηδονικά το φρέσκο χιόνι.
Το χιόνι που έπεσε πριν λίγες ώρες και δεν το πάτησε ακόμη κανείς.
Να βυθίζεται σε αυτό, να νιώθει το κάψιμο στους τετρακέφαλους επειδή το φρέσκο χιόνι δεν γλιστράει καλά, να το βλέπει να συσσωρεύεται άτσαλα απ' τον αέρα, να συμμετέχει στο πάρτι άγνωστης κι απρόβλεπτης διάρκειας που διοργανώνει η φύση.
Το μαγικό με το χιόνι είναι ότι δεν ξέρεις ποτέ πώς ακριβώς θα το βρεις. Η εικόνα με τα δέντρα να λυγίζουν από το βάρος του στα κλαδιά τους μπορεί να μην κρατήσει πολύ. Να φυσήξει και το λευκό φορτίο να σκορπιστεί. Να ανεβεί η θερμοκρασία, να βρέξει και να διαλυθεί. Να βγει ο ήλιος και να λιώσει τα γλυπτά από παγωμένο χιόνι. Να γίνει κάτι απρόοπτο και να το βλέπεις να εξαφανίζεται.
Να πέσει μια πυκνή ομίχλη και να εξαφανιστεί το σύμπαν, να μη μπορείς να δεις παρά μόνο το χιόνι που πατάς.
Όταν το πετύχεις φρέσκο, δεν ξέρεις ποιον να ευχαριστήσεις για την τύχη σου. Λες και είναι ειδική παραγγελία για σένα! Για να ασπρίσει το μάτι κι η καρδιά σου. Για να ακούς την εκκωφαντική του ησυχία. Για να βλέπεις τα ίχνη και να ξέρεις αν πέρασε πριν από σένα λαγός ή σαλαμάνδρα. Για να χάνεσαι μέσα στο πέπλο των ήχων που δημιουργούν τα βήματά σου. Για να αγωνιάς γλυκά, μήπως το χάσεις.
Στο χιονοδρομικό κέντρο Τρία Πέντε Πηγάδια, στο Βέρμιο, ο καιρός μας έκανε τη χάρη. Ξεκίνησε με ήλιο. Συνέχισε με αέρα στα χαμηλά. Με πυκνή ομίχλη στην κορυφή. Ξανά με ήλιο. Μετά με πολύ ισχυρό αέρα. Είδαμε το χιόνι να γυαλίζει κάτω από το ολόλαμπρο φως, να συσσωρεύεται σε ανεμοσούρια, να χάνεται από τα πάμπολλα φρεναρίσματα των σκι, να ανακατεύεται το φρέσκο με το παλιό και το τεχνητό, να πέφτει από τα φύλλα των δέντρων, να αλλάζουν σχήμα τα παγωμένα γλυπτά, να είμαστε οι πρώτοι που πατάμε το ευλογημένο αυτό λευκό χαλί. Καθόλου τυχαίο ότι υπάρχει πίστα που λέγεται "Παράδεισος".
Πολλοί πηγαίνουν για βόλτα στα χιονοδρομικά και περιμένουν να περάσει η ώρα για να επισκεφτούν κάποια ταβέρνα στα περίχωρα. Προσωπικά, περιμένω όσο τίποτε άλλο να έρθει η ώρα να πιω Glühwein -ζεστό κρασί- και να φάω ξερά σύκα και ξηρούς καρπούς που κουβαλάμε μαζί μας.
Ναι, με αυτά παραβγαίνω και τον Δία σε ευτυχία, όπως θα έλεγε ο Επίκουρος...