Είναι λύση η υδροπονία;
Διάβαζα πρόσφατα για τα ολλανδικά θερμοκήπια που έχουν τη δυνατότητα παραγωγής 70 τόνων ανά στρέμμα σε ετήσια βάση ενώ τα ελληνικά μόνο 7. Παράλληλα έτυχε να διαβάσω για την υδροπονία και τις μεγάλες θερμοκηπιακές μονάδες στη βόρεια Ελλάδα, όπου υπάρχει παραγωγή συγκρίσιμη με αυτήν της Ολλανδίας.
Ζήτησα λεπτομέρειες από τον φίλο Τάσο Καρκαντζέλη, μηχανικό παραγωγής και διοίκησης που ζει στο Δοξάτο Δράμας, ασχολείται με αναπτυξιακά προγράμματα και γνωρίζει πολύ καλά το χώρο αυτό, τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά, καθώς μεγάλωσε στα καπνοχώραφα από δύο ετών. «Ισχύει αυτό για την παραγωγή στα θερμοκήπια της Ολλανδία και τα δικά μας συμβατικά χωράφια», μου είπε.
«Τα θερμοκήπια είναι εργοστάσια, ουσιαστικά δεν έχουν σχέση με τη γεωργία. Τα υδροπονικά για τα οποία μιλάμε είναι επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου και έχουν πάρα πολλά πλεονεκτήματα, τόσο για τον επενδυτή όσο και για τον καταναλωτή, καθώς το προϊόν που φτάνει στο τραπέζι του είναι απολύτως ασφαλές και βιολογικό. Είναι απόλυτα ελεγχόμενο».
Ιδού λοιπόν τι έμαθα:
Οι μεγάλες μονάδες με 50, 80, 100 στρέμματα θερμοκηπίου, είναι σκεπασμένες με γυαλί και το προϊόν δεν παίζει μεγάλο ρόλο. Μπορεί να είναι οτιδήποτε. Απευθύνονται αποκλειστικά στο εξωτερικό.
Η αγορά είναι τεράστια. Είναι λάθος το να μην μιλάμε γι' αυτήν. Όταν απευθυνόμαστε σε ένα καταναλωτικό κοινό 500.000.000 Ευρωπαίων, μαϊντανό να πουλάμε, έχουμε καλές πιθανότητες όσο μικρό κι αν είναι το ποσοστό που μπορεί να καταλάβουμε.
Τα θερμοκήπια ξεκινούν με κανονικό businesss plan, κάτι που είναι δύσκολο να γίνει στο χωράφι.
Δεν κινδυνεύουν από παγωνιά ή καύσωνα άρα εφόσον μιλάμε για προβλέψιμη παραγωγή, μιλάμε και για κανονική χρηματοδότηση. Η υδροπονία είναι η πιο διαδεδομένη μορφή καλλιέργειας στην Ολλανδία, όπου προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν την εκροή και να ελαχιστοποιήσουν τις εισροές, είτε αυτές είναι λιπάσματα είτε φυτοφάρμακα. Την υδροπονία φανταστείτε την σαν ένα σφουγγαράκι:
Αντί η ρίζα να είναι στο χώμα, είναι στο σφουγγαράκι. Με ένα μελετημένο κι επιστημονικά εξελιγμένο σύστημα μπορούμε να ταΐζουμε το φυτό με ό,τι εμείς επιλέγουμε. Δεν μπαίνει τίποτε που να μη μπορούμε να ελέγξουμε. Τα φυτά είναι εξειδικευμένες καλλιέργειες, υβρίδια που εξελίσσονται διαρκώς με επενδύσεις δισεκατομμυρίων.
Η γεύση και η εμφάνισή τους εξαρτώνται από το μίγμα με το οποίο ταΐζονται τα φυτά. Άρα μπορούμε να τους δώσουμε τα χαρακτηριστικά που ζητά η αγορά ενώ στο χωράφι όχι. Άρα, η ποιότητά τους είναι σχεδιασμένη. Επειδή τα φυτά δε μεγαλώνουν σε φυσικό περιβάλλον για να υπάρχουν εχθροί, δίνεται μεγάλη προσοχή στη μικροβιακή χλωρίδα. Οι χώροι είναι αποστειρωμένοι κι οι εργάτες φέρουν εξοπλισμό νοσοκομείου. Αν κάποιος μπει με μια πασχαλίτσα επάνω του, καθώς αυτή δεν έχει εχθρούς στο θερμοκήπιο για να την εξοντώσουν, θα αναπαραχθεί, άρα απαιτείται τεράστια προσοχή.
Στο θερμοκήπιο δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν χημικά, γι' αυτό χρησιμοποιούνται φυσικοί θηρευτές. Αν λοιπόν βρουν ένα έντομο που κιτρινίζει τα φύλλα, θα φέρουν πεταλούδες που το τρώνε προκειμένου να το εξοντώσουν. Ως μεγάλες μονάδες μπορούν να κάνουν τον κύκλο από τον σπόρο μέχρι το πιάτο και να επηρεάσουν όλη την αγορά ενώ η συμβατική γεωργία είναι τελείως αποκομμένη από την αγορά. Μπορούν να γίνουν πολιορκητικός κριός. Δηλαδή, μια μονάδα θερμοκηπίων που εφοδιάζει με πιπεριές ή ντομάτες μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ στη Γερμανία μπορεί να κάνει συμφωνία για να πουλήσει και φράουλες, μαϊντανό, αγγούρια κλπ τα οποία να προμηθεύεται από μικρά συνεργαζόμενα θερμοκήπια.
Στην Ελλάδα υπάρχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα: ο ήλιος. Ο Ολλανδός έχει το διπλάσιο κόστος ενέργειας για την παραγωγή του επειδή δεν έχει ήλιο ενώ ο ανταγωνιστής Ισραηλινός, από την άλλη παραέχει ήλιο. Τις πρώτες μεγάλες θερμοκηπιακές μονάδες στην Ελλάδα τις έστησαν Ολλανδοί.
Επειδή έγινε μεγάλη εισαγωγή τεχνογνωσίας, πλέον και στην Ελλάδα υπάρχουν εξειδικευμένες εταιρείες που κάνουν άριστα τη δουλειά.