H μακαρονάδα της Πέμπτης: για ανυπόμονους
Ανυπομονησία, από λαιμαργία ή από πείνα; Ή μήπως από επιθυμία να κάτσεις επιτέλους μετά από τρεχαλητό μιας ολόκληρης μέρας, έχοντας μπροστά σου μια λαχταριστή μακαρονάδα χωρίς να 'χεις ιδροκοπήσει για να την ετοιμάσεις; Τι σημασία έχει... Έχε χάρη που υπάρχουν πια καλές ντομάτες.
Τα υπόλοιπα που απαιτούνται όλο και βρίσκονται ακόμη και σ’ ένα ημιάδειο ψυγείο. Καμμιά φορά είναι τόσο απελευθερωτικό να ζεις σαν εργένης και για το φαΐ σου να χρειάζεται να μπει στη φωτιά ένα και μόνο σκεύος!
Παραλλαγή της περίφημης Crudaiola
- 1 πακέτο (500 γρ.) σπαγγέτι ή λινγκουίνι
- αλάτι
- 240 γρ. ντοματίνια κομμένα στη μέση, χωρίς τα σπόρια τους
- 1 πράσινη τρυφερή πράσινη πιπεριά κέρατο, κομμένη λεπτές λωριδίτσες
- 1 κουταλιά της σούπας κάπαρη
- 1 χουφτίτσα φυλλαράκια πλατύφυλλου βασιλικού και λίγα ακόμη για το γαρνίρισμα
- λίγη φρέσκια ρίγανη ή ξερή
- 1 σκελίδα σκόρδο ψιλοκομμένη
- 125 ml καλό ελαιόλαδο
- τυρί φέτα (κατά βούληση)
Ωμή ή, για να ακριβολούμε, μαριναρισμένη γίνεται αυτή η θεσπέσια σάλτσα: ανακατεύουμε όλα τα υλικά της μέσα σε ένα βαθύ μπολ μαζί φυσικά το ελαιόλαδο. Από μία ώρα μέχρι 5, θα έλεγα, το περισσότερο, δεν θέλουμε να πλαδαρέψουν πολύ οι ντομάτες. Βέβαια, από πείνα, ανυπομονησία και λαιμαργία, έχουν υπάρξει φορές που δεν έχω αναμείνει σχεδόν καθόλου – μπορεί η σάλτσα να μην ήταν τόσο δεμένη αλλά και πάλι όνειρο ήταν. Βγάζουμε απ’ το ψυγείο, την αφήνουμε να πάρει θερμοκρασία δωματίου και δοκιμάζουμε μπας και χρειάζεται επιπλέον αλάτι (οι κάπαρες διαθέτουν).
Αυτά συμβαίνουν όσο βράζουν τα μακαρόνια σε αλατισμένο νερό. Τα σουρώνουμε και τα αναμειγνύουμε μέσα σε χορταστικά βαθύ μπολ με την ωμή μας σάλτσα.
Τυρί δεν ενδείκνυται αλλά ποιος αντέχει να μη βάλει; Τι θα λέγατε για τρίμματα φέτας λόγου χάριν;
Στο τέλος, λίγα φύλλα βασιλικού στην επιφάνεια του λοφίσκου.