Οι κουραμπιέδες της μαμάς
Λοιπόν, εμένα δεν με νοιάζουν τα κοσμοπολίτικα και τα comme il faut. Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω θα ήθελα να ξαναφάω τους κουραμπιέδες της μαμάς μου. Από 5, 6 χρόνων, πάντα, περί τα μέσα Δεκεμβρίου, η μαμά μου δημιουργούσε τα γλυκά των ημερών. Έφτιαχνε τη ζύμη σε 2 μεγάλες λεκάνες, απ’ αυτές που πλένουμε τα ρούχα, γεγονός ακατανόητο για τη μικρή μου ηλικία! Μα, σκεφτόμουνα, το αλεύρι και το λάδι εκεί που πλένουμε τα ρούχα; Κι αυτό το σιρόπι, τι το θέλουμε; Όλα τα θέλαμε. Και, σχεδόν, όλα τα τρώγαμε. Τέτοιες μέρες, η μυρωδιά του φούρνου την ώρα που ψήνονταν οι λιχουδιές στο πατρικό σπίτι, φτάνει πάντα στη μνήμη μου. Μαζί και η εικόνα της πασαλειμμένης με άχνη ζάχαρη, ζύμες και μέλια μαμά μου! Μετά, καθαριζόταν, ντυνόταν κι έφευγε για το θέατρο. Πήγαινε στη δουλειά. Όσο κι αν εκείνη προσπάθησε, η όψη και η γεύση του μελομακάρονου δεν έχουν μέχρι και τώρα καταφέρει να με συγκινήσουν. Καθόλου, σας λέω. Αλλά, οι κουραμπιέδες της; Αχ, οι κουραμπιέδες της! Με κολάζει ακόμα και η σκέψη τους μέσα στις άγιες μέρες!