Μαγεριά, με μελιτζάνες και σπέντζες από το μποστάνι
Λίγο πριν τελειώσει ο Αύγουστος, η Αντωνία Κατή, συνάδελφος και απίθανη μαγείρισσα που εξελίχθηκε σε απίθανη food stylist και food photographer, ανέβασε στο Facebook μια τρομερή φωτογραφία: ένα απλό καφάσι με μελιτζανες, λευκές και μοβ αργείτικες, πιπεριές σπέντζες από αυτές που δίνουν το μοναδικό άρωμα και τη γλύκα τους στο πηλειορίτικο σπεντζοφάι, και λαμπερές ντομάτες με τη δροσιά του πρωινού στην επιδερμίδα τους.
Μόλις τα είχε μαζέψει από το μποστάνι των γονιών της και μοιράστηκε την ομορφιά τους μαζί μας. Σας ομολογώ ότι θαμπώθηκα, ειδικά από τις πάλευκες μελιτζάνες που δεν είχαν ούτε ένα στίγμα πάνω τους.
Δύο μέρες αργότερα φύγαμε με τη Sweetly Ιωάννα Σταμούλου για Σαββατοκύριακο στο Δερβένι (ξέρετε από αυτά τα θεραπευτικά με φιλενάδες που μιλάς ατέλειωτες ώρες παίζοντας τη ζωή σου σε rewind και fastforward και στο ενδιάμεσο ρίχνεις μια βουτιά για να συνέλθεις από τις αναμνήσεις).
Η Ιωάννα ήρθε, όπως πάντα, φορτωμένη με λιχουδιές. Μια πετμεζόπιτα άλλο να σας λέω και άλλο να τη δοκιμάζετε, σπέντζες ψητές με σκόρδο στο λαδόξιδο για να κάνουμε μπρουσκέτες, μου φύλαγε, όμως, και μια έκπληξη μεγάλη, τα ζαρζαβατικά που της είχε φέρει η Αντωνία πεσκέσι από το χωριό της: «Είδα που σ’ αρέσανε και είπα να κάνουμε μια μαγεριά, πρόσθεσα και τρεις πατάτες έφερα από τη Σύρο».
Είχε προσθέσει κι ένα μεγάλο άσπρο κρεμμύδι και δυο χοντρές σκελίδες σκόρδο για να μην τρέχουμε πρωί πρωί στον μανάβη. Αλλά αυτά δεν λείπουν ποτέ από αυτό το σπίτι.
Ανασκουμπωθήκαμε. Χοντροκόψαμε 2 αργείτικες και 2 λευκές μελιτζάνες, τις πασπαλίσαμε με μπόλικο αλάτι και μετά από λίγο ρίξαμε στη λεκάνη μπόλικο νερό να τις σκεπάσει για ένα μισαωράκι περίπου. Γλυκές ήταν αλλά καλού κακού είπαμε να τις ξεπικρίσουμε γιατί άμα σου τύχει πικρή μελιτζάνα μπορεί να καταστρέψει το φαγητό.
Χοντροκόψαμε το κρεμμύδι (θέλει μπόλικο η μαγεριά) και το σκόρδο,τα ρίξαμε σε μια φαρδιά και χαμηλή κατσαρόλα, από τις πλασοτέ που λένε οι Γάλλοι, και τα βάλαμε στη φωτιά με λίγο νερό να γιαχνιστούν (το κάνω πάντα γιατί μου φαίνεται ότι έτσι γίνεται πιο ελαφρύ το φαγητό).
«Να δεις που θα γίνει ένα φαγητό μόνο με πεσκέσια σήμερα της είπα», βγάζοντας από το ντουλάπι το μπουκάλι με το ελαιόλαδο που μου χάρισε τις προάλλες ο φίλος μου ο Νίκος Βυζάς από το δικό του, και πράγματι έτσι έγινε, πιο νόστιμο γλυκό φαγάκι όλο το καλοκαίρι δεν έβαλα στο στόμα μου.
Σε ένα μεγάλο Tefal κεραμικό ρίξαμε λίγο λάδι και αφού έκαψε η Ιωάννα έβαλε τις (καλά στεγνωμένες μελιτζάνες) να ροδίσουν από όλες τις πλευρές.
Εντωμεταξύ καθάρισα τις πατάτες, τις έκοψα σε χοντρά κομμάτια κι αυτές και τις στέγνωσα. Μόλις εξατμίστηκε το νερό στην κατσαρόλα, πρόσθεσα ελαιόλαδο (περίπου 2 φλιτζανάκια του καφέ) άφησα λίγο να γυαλίσουν τα κρεμμύδια και έριξα τις πατάτες και 1,5 κουταλάκι του γλυκό από το γλυκοκαυτερό μείγμα με μπούκοβο και τσίλι σε νιφάδες που παίρνω από το μπαχαράδικο των αδελφών Χατζηγεωργίου στην Ευριπίδου. Ρίξαμε κατόπιν τις σπέντζες κομμένες στη μέση και καθαρισμένες από το σπόρια τους και τις μελιτζάνες που εν τω μεταξύ είχαν ροδίσει για τα καλά.
Ρίξαμε και ντομάτα φρέσκια πολύ ώριμη και κρεατωμένη (τον Κύκνο και τον Μπάρμπα Στάθη, τους έχω επίσης σε μεγάλη εκτίμηση, γιατί διαλέγουν τα καλύτερα πομοντόρια για τις σάλτσες τους, οπότε αν δεν βρείτε καλές φρέσκιες ρίξτε στο φαγητό ντοματάκια ή τριμένη ντομάτα του κουτιού), αλατοπίπερο και δυναμώσαμε τη φωτιά μέχρι να πάρει βράση το φαγητό και μετά τη χαμηλώσαμε για να μελώσει με την ησυχία του.
Το μυστικό στη σάλτσα ντομάτα είναι μια κουταλιά μαρμελάδα φράουλα, έλεγε η μάνα του φίλου μου του Μίμη, μια τρομερή Αλεξανδρινή μαγείρισσα, που ακολουθώ με σεβασμό τις συμβουλές της, όπως και της μαμάς Ηρώς από τη Σμύρνη, οι οδηγίες τους κατά την προ Internet εποχή έρχονται πάντα στο μυαλό μου με το που μπαίνω στην κουζίνα. Να το ξέρετε: ακόμη και η πιο ώριμη ντομάτα γίνεται καλύτερη σάλτσα με λίγη μαρμελάδα αντί για ζάχαρη, είναι θέμα χημείας.
Αυτή τη φορά δεν είχαμε φράουλα. Η αλήθεια είναι ότι είχαμε, όμως, έχουν μείνει μόνο δυο κουταλιές στο βαζάκι, από τις φράουλες που μάζεψε η Ολγα από τον κήπο της στις αρχές του καλοκαιριού και τις έκανε μαρμελάδα και δεν θέλαμε να τις χαλαλίσουμε στην κατσαρόλα. «Θα βάλουμε μαρμελάδα σύκο», αντιπρότεινε η Ιωάννα, κι αυτή από τη συκιά στον κήπο της Ολγας, «ότι απομεινάρι μαρμελάδας έχει απομείνει στο ψυγείο το βάζεις στη σάλτσα, που αλλάζει αδιόρατα γεύση ανάλογα με το φρούτο», μου είπε και επειδή είναι τέλεια μαγείρισσα και ζαχαροπλάστισσα, πάντα δίνω βάση στις συμβουλές της.
Βάλαμε λοιπόν και μια κουταλιά μαρμελάδα από ξανθά σύκα, ανακατέψαμε απαλά και επειδή το φαγητό είχε ήδη μελώσει, κλείσαμε τη φωτιά και φύγαμε για τη θάλασσα. Και πριν ορμήσουμε στο πιάτο πασπαλίσαμε τη μαγεριά με φυλλαράκια φρέσκου βασιλικού, πεσκέσι κι αυτά από τη γλάστρα της Ελένης Βυζά τη γειτόνισσάς μου με την ωραία τη βεράντα και την καλή κουβέντα πάντα στα χείλη.
Νόμιζα ότι θα έμενε λίγο, είχα σκοπό την επαύριο να βράσουμε ζυμαρικά, να τρίψουμε από πάνω και κεφαλογραβιέρα, αλλά που… Εξαφανίστηκε μεσημέρι βράδυ, φτιάξαμε και μπρουσκέτες με σπέντζες και τρίμα από φέτα Βυτίνας (πιο νόστιμη δεν έχω βρει) πάνω σε φέτες από το ζυμωτό ψωμί του Προδρομίδη.
Τελειώνει το καλοκαίρι και πιο καλοκαιρινό φαγητό από αυτό δεν έχω, φίλες και φίλοι μου. Γευτείτε το όσο θα βγάζουν τα μποστάνια γλυκά ζαρζαβατικά.