Τζιβέρτι: η Κύπρος στάζει μέλι
Τζιβέρτι (<μεσν. κυβέρτιον) στα κυπριακά θα πει κυψέλη. Είναι η ονομασία του παλιού, πήλινου κυλινδρικού σκευάσματος το οποίο χρησιμοποιούσαν οι μελισσοκόμοι ως τη δεκαετία του ’50 για την παραγωγή του μελιού. Ένα τέτοιο είχαν και οι πρόγονοι του Δημήτρη Παπακώστα, μελισσοκόμου πέμπτης γενιάς, ο οποίος παρέλαβε πριν μερικές βδομάδες στην Ουκρανία το βραβείο του καλύτερου μελιού στον κόσμο για το «Τζιβέρτι» στα World Beekeeping Awards που διοργάνωσε το 43ο Διεθνές Συνέδριο Apimondia.
Στον διαγωνισμό συμμετείχαν 112 μέλια από 25 χώρες, τα οποία διαγωνίστηκαν για την ποιότητα, τη γεύση και το άρωμά τους. Το Τζιβέρτι πήρε μέρος με δύο μέλια, το κυπριακό μέλι ανθέων και το κυπριακό μέλι θυμαριού. Και τα δύο κέρδισαν το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία τους και στη συνέχεια, όταν όλα τα «χρυσά» μέλια διαγωνίστηκαν μεταξύ τους, το κυπριακό μέλι ανακηρύχτηκε το καλύτερο μέλι του κόσμου. Αυτό ήταν το τέταρτο διεθνές βραβείο για το «Τζιβέρτι» (χάλκινο στον ίδιο διαγωνισμό το 2009, διεθνές βραβείο ανώτερης γεύσης στο iTQi των Βρυξελλών και χρυσό και αργυρό μετάλλιο το 2010 στον διαγωνισμό Apimedica & Apiquality στη Σλοβενία), αν και η διεθνής του καριέρα γίνεται με το όνομα της εταιρείας (Honeymell), διότι έχει αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολο για τους ξένους να προφέρουν σωστά το Τζιβέρτι.
Ο παππούς με το τζιβέρτι
Ήδη το μέλι τους εξάγεται στις ΗΠΑ κυρίως αλλά και στο Ντουμπάι, την Αίγυπτο και το Κουβέιτ. Το 10-15% της ετήσιας παραγωγής (100.000 φιάλες το χρόνο) καταλήγει σ’ αυτές τις αγορές και το υπόλοιπο 80-85% στην κυπριακή αγορά. Εδώ, όπου οι συνθήκες είναι ιδανικές για την παραγωγή μελιού. «Στην Κύπρο είμαστε τυχεροί γιατί έχουμε πολύ καλό φυσικό περιβάλλον και φυτά που δίνουν γευστικά μέλια, όπως το θυμάρι, η μυροφόρα (άγρια λεβάντα), το άγριο λάσμαρι (άγριο δεντρολίβανο), ο ευκάλυπτος και άλλα αρωματικά φυτά τα οποία δίνουν πολύ γευστικά και αρωματικά μέλια. Κι έπειτα, συμβάλλει και το θερμό κλίμα», μου είπε ο Δημήτρης Παπακώστας, όταν συναντηθήκαμε στην μελισσοκομική τους μονάδα στην Περιστερώνα, ένα χωριό 30 χλμ. δυτικά της Λευκωσίας, στις παρυφές του βουνού και κοντά στη νεκρή ζώνη.
Ο παππούς του Δημήτρη Παπακώστα, από την κατεχόμενη Αγία Τριάδα Καρπασίας, παρέλαβε τα μελίσσια από τον πεθερό του, ο οποίος τα είχε πάρει από τον πατέρα του. Τη δεκαετία του ’80 η οικογενειακή επιχείρηση εγκαταστάθηκε οριστικά στην Περιστερώνα, όπου οι μέλισσες μπορούν να επωφελούνται τους φημισμένους και άφθονους μέχρι πρόσφατα πορτοκαλεώνες της γειτονικής κατεχόμενης Μόρφου. «Ο παππούς έφτιαχνε μέλι από το τζιβέρτι. Κι εμείς κρατήσαμε το όνομα», λέει. Με 2.000 μελίσσια σήμερα, πρόκειται για τη μεγαλύτερη μελισσοκομική μονάδα της Κύπρου. Εξάλλου η μελισσοκομία είναι ένα επάγγελμα ή χόμπι που ανθεί στο νησί, παρά την αυξανόμενη κρίση στη γεωργία. Οι μελισσοκόμοι (550 σήμερα) αυξάνονται διαρκώς και, με περίπου 40.000 κυψέλες, η Κύπρος έχει έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς μελισσών αναλόγως της έκτασης στην Ευρώπη. «Αυτό είναι και ένδειξη καλού φυσικού περιβάλλοντος, διότι δεν έχουμε βαριά βιομηχανία και μόλυνση», λέει ο Δημήτρης Παπακώστας.
Κυνηγώντας τον καιρό
Βεβαίως το καλό κλίμα δεν αρκεί για να τραφεί το μελίσσι. Τα μελίσσια της επιχείρησης είναι τοποθετημένα σε ημιορεινές περιοχές της Λευκωσίας και της Λεμεσού και μετακινούνται κάθε τόσο, αναλόγως του καιρού. «Τρέχουμε τις ανθοφορίες από πίσω. Όταν κάνει καλό καιρό, βρέξει π.χ. στην περιοχή μας εδώ, θα μεταφέρουμε κάποια μελίσσια της Λεμεσού εδώ, γιατί θα έχουμε περισσότερη ανθοφορία - και αντίστροφα. Γενικά οι μελισσοκόμοι προσπαθούν να βρουν τις ανθοφορίες. Θέλουμε προγραμματιστή να κάνει τον καιρό όπως θέλουμε, αλλά δεν γίνεται. Κάποιοι μεγαλύτερης ηλικίας βλέπουν ακόμα τα ημερομήνια. Ειδικά τον καιρό της ανθοφορίας θέλουμε υγρασία, γιατί εκκρίνουν νέκταρ τα φυτά. Δεν θέλουμε πολύ άνεμο, γιατί στεγνώνει φυτό και δυσκολεύεται η μέλισσα να πετάξει. Δεν θέλουμε βροχή την ώρα της ανθοφορίας, αλλά θέλουμε πριν. Βασικά θέλουμε Θεό δικό μας!», λέει ο Δημήτρης Παπακώστας.
Το καλό μέλι
Τι συνιστά όμως το καλό μέλι; Εκτός από τις κλιματολογικές συνθήκες και το καλό φυσικό περιβάλλον, ιδιαίτερη σημασία έχει η τήρηση των ορθών μελισσοκομικών πρακτικών. Ρωτώ αναπόφευκτα για την πρακτική της νόθευσης του μελιού με ζάχαρη. «Η ζάχαρη νοθεύει το μέλι αν το κάνεις όταν δεν χρειάζεται και με λάθος τρόπο. Ο μελισσοκόμος στην ουσία «κλέβει» το μέλι από τις μέλισσες - αυτή είναι η τροφή τους. Το φυλάνε το καλοκαίρι για να επιβιώσουν το χειμώνα. Επομένως ο μελισσοκόμος δεν πρέπει να το παίρνει όλο, αλλά να αφήνει μια ποσότητα και πρέπει να προσέχει τις μέλισσες, ώστε να επιβιώσουν το χειμώνα που δεν υπάρχουν προμήθειες. Σε κάποιες περιπτώσεις το χειμώνα, όταν είναι δύσκολες οι συνθήκες, πρέπει να βάζει ζαχαροζύμαρο για να επιβιώσουν οι μέλισσες. Αυτή είναι η αλήθεια και αυτό εφαρμόζουν όλοι οι μελισσοκόμοι παγκόσμια. Είτε αφήνοντας μέλι μέσα, κάποιες προμήθειες, είτε όταν γίνει ο βαρύς χειμώνας αναγκαστικά τις τροφοδοτούν για να επιβιώσουν. Εμείς μπαίνουμε σε αυτή τη διαδικασία πολύ σπάνια, διότι αφήνουμε μέλι μέσα όταν τρυγούμε και, αν δεν πάνε καλά τα πράματα το χειμώνα, τότε αναγκαστικά θα τροφοδοτήσουμε. Αλλά αυτό δεν επηρεάζει καθόλου την ποιότητα. Γιατί θα το φάνε τον χειμώνα, θα μπει ο Φεβράρης, Μάρτης και τότε ξεκινά η ανθοφορία, τρώνε και αρχίζουν τέλος Απριλίου να αποθηκεύουν τις προμήθειές τους. Μέχρι τότε δεν υπάρχει τίποτε μέσα. Εξαρτάται ποιος το κάνει και πώς το κάνει. Το "εγώ δεν τροφοδοτώ" είναι και λίγο ψέμα».
Άλλες μελισσοκομικές πρακτικές που πρέπει να τηρούνται είναι η συχνή αλλαγή των κηρηθρών, η αποφυγή της χρήσης ακατάλληλων φαρμάκων, η χρήση λιγοστού καπνού. Όπως λέει κι ο κ. Παπακώστας, «όλες οι μέλισσες συλλέγουν άριστο μέλι, δεν είναι η μία καλύτερη από την άλλη. Είναι ο μελισσοκόμος που πρέπει να κάνει τα λιγότερα λάθη στη διαδικασία για να καταφέρει να πάρει αυτό το άριστο προϊόν που παίρνει η μέλισσα». Πολλή προσπάθεια πρέπει όμως να καταβάλλει και ο καταναλωτής, προκειμένου να εντοπίσει το καλό μέλι. Για τον Δημήτρη Παπακώστα είναι θέμα εμπειρίας και συνήθειας. «Για να μπορεί να ξεχωρίσει γεύσεις ο καταναλωτής, πρέπει να ‘χει συνηθίσει να τρώει τη σωστή γεύση. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μελισσοκόμων επισκέφτηκε κάποια στιγμή το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και τους πήρε εσκεμμένα ορισμένα μέλια που δεν ήταν καλά. Κι όμως αυτά ήταν που τους άρεσαν, γιατί αυτά είχαν συνηθίσει. Είναι σαν τον πατέρα μου, ο οποίος τρώει ένα χαλούμι απ’ αυτό που λέμε «μυρίζει τσούρες» (σ.σ.: κατσίκες) και του αρέσει. Εμάς όμως, που μάθαμε να τρώμε πιο βιομηχανοποιημένα, δεν μας αρέσει αυτό».
Κυπριακό VS εισαγόμενο
Παρότι πλέον αποδεδειγμένα ανήκει στα καλύτερα του κόσμου, εντούτοις το κυπριακό μέλι έχει να συναγωνιστεί στην αγορά τα εισαγόμενα. Συχνά όχι με τους καλύτερους όρους: «Το κοινό δεν μπορεί να αναγνωρίσει εύκολα το εισαγόμενο. Όταν το μέλι γράφει στην ετικέτα του π.χ. ένα τοπωνύμιο κυπριακό αλλά πίσω με μικρά γράμματα γράφει «ευρωπαϊκό προϊόν», λες «εντάξει, η Κύπρος είναι στην Ευρώπη» και νομίζεις ότι είναι μέλι από εκείνο το χωριό. Αλλά δεν είναι. Δεν μπορεί όμως να τους πιάσει ο νόμος», λέει ο νεαρός μελισσοκόμος, αφήνοντάς με να διερωτώμαι για την ηθική διάσταση του πράγματος. Αντίθετα οι παραγωγοί που γράφουν στην ετικέτα «κυπριακό μέλι», σε περίπτωση που το νοθεύσουν, κινδυνεύουν με ποινή.
Σήμερα το μόνο κυπριακό μέλι που πωλείται στα σούπερ μάρκετ είναι το Τζιβέρτι - τα υπόλοιπα πωλούνται σε τοπικές αγορές. «Είναι δύσκολο να μπεις στα σούπερ μάρκετ, πρέπει να έχεις μεγάλες ποσότητες και χαμηλό κέρδος, γιατί μεσολαβεί διανομέας, προμηθευτής κτλ. Και είναι ακόμη πιο δύσκολο αν θες να κρατήσεις την ποιότητα. Για αυτό επιβίωσαν τα εισαγόμενα στα σούπερ μάρκετ, διότι έχουν χαμηλότερο κόστος, σε άλλες χώρες παράγουν περισσότερο μέλι». Σε μια προσπάθεια να προασπίσουν το προϊόν τους, οι μελισσοκόμοι της Κύπρου επιχειρούν τώρα να φτιάξουν έναν φορέα πιστοποίησης, ο οποίος θα ελέγχει τα πάντα, από τη σύσταση του παραγόμενου μελιού, μέχρι τα μελίσσια, τα λογιστικά κ.ά., προκειμένου να πιστοποιεί ότι το μέλι που προβάλλεται ως κυπριακό είναι όντως ντόπιο.
SOS για τις μέλισσες
Από τη συζήτηση δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν παγκοσμίως οι μέλισσες. Αν και στην Κύπρο, λόγω μικρής έντασης της γεωργίας, δεν υπάρχει πρόβλημα με τα νεονικοτινοειδή, τα οποία είναι κατάλοιπα φαρμάκων που μένουν στο έδαφος και προκαλούν προβλήματα στη μέλισσα οδηγώντας τις σε εξαφάνιση, εντούτοις οι απειλές για το θαυματουργά εργατικό έντομο είναι ανησυχητικές. «Η μεγαλύτερη προσφορά της μέλισσας δεν είναι το μέλι αλλά η επικονίαση. Το ένα τρίτο όσων τρώμε παράγεται με την επικονίαση που κάνουν οι μέλισσες. Χωρίς μέλισσες δεν θα υπάρχουν αμύγδαλα, καφές κ.ά. Στην Κίνα, σε μια περιοχή, υπήρχαν πολλά πουλιά που έτρωγαν τα φρούτα. Σκότωσαν όλα τα πουλιά, έμειναν πολλά έντομα. Ψέκασαν τα έντομα και σκότωσαν τις μέλισσες. Τώρα επικονιάζουν οι άνθρωποι τα δέντρα για να γίνει φρούτο και πουλούν γύρη στα σούπερ μάρκετ. Η μέλισσα είναι ένδειξη καλού φυσικού περιβάλλοντος - γι' αυτό είναι καλό που έχουμε πλεόνασμα από μέλισσες στην Κύπρο».
Δείτε το προφίλ της Χρύστας Ντζάνη στο protagon.gr.