Tα πιστεύω και τα γούστα στο φαΐ
Πέρσι, ένας αναγνώστης, σε σχόλιο σε άρθρο, μου ζήτησε να γράψω για τα «αυγά μπένεντικτ.» Του απάντησα ότι δυστυχώς αυτό το φαγητό δεν είναι του στυλ μου και ίσως το γράψει κάποιος άλλος. Μετά το μετάνιωσα και είπα στον εαυτό μου: Τι γαϊδούρα που είσαι, βρε Καλή… τι θα πάθαινες να έβρισκες μια συνταγή, να την δοκίμαζες και να την έγραφες του παιδιού; Ποιος νοιάζεται τι είναι και τι δεν είναι το στυλ σου; Μια συνταγούλα θέλει ο αναγνώστης, όχι την αμπελοφιλοσοφία σου!
Ευτυχώς λίγο μετά η Λεονί έγραψε με αγάπη για τα περίφημα αυτά νεοϋορκέζικα αυγά (δεν ξέρω αν την ώθησε κάποια καλή νεράιδα της σύνταξης) και με απάλλαξε από τη ντροπή. Αλλά επειδή όλη αυτή η ιστορία με έβαλε σε σκέψεις και επειδή, Δόξα το Θεό, εδώ στους Μποστανίστας είμαστε μαζεμένοι μάγειροι και συγγραφείς όλων τον αποχρώσεων, δεν θα ήταν άσχημο να ξεκαθαρίσει ο καθένας τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του.
Λοιπόν, εμένα μ’ αρέσει και μ’ ενδιαφέρει το απλό, καθημερινό σπιτικό φαΐ, αστικό ή ρούστικο, ελληνικό ή ξένο (με προτίμηση στις χώρες της Μεσογείου), αυτό που οι Γάλλοι ονομάζουν cuisine de femmes.
Βέβαια ενδιαφέρομαι πολύ να δοκιμάσω καινούργιες γεύσεις και τεχνικές και να πειραματιστώ με καινούργια προϊόντα. Βέβαια λυπάμαι πολύ που δεν πρόλαβα να φάω στο El Bulli πριν κλείσει για πάντα. Βέβαια απολαμβάνω και θαυμάζω το φαγητό της υψηλής κουζίνας και της σύγχρονης πειραματικής ή «δημιουργικής» κουζίνας, όταν μαγειρεύεται από τους μάστορές της. Απλώς δεν αισθάνομαι συχνά τον πειρασμό να μαγειρέψω έτσι η ίδια ή να αφιερώσω σκέψη ή μελέτη στο είδος.
Όταν πάω σ’ ένα εστιατόριο, δεν νοιάζομαι για την ambiance, αρκεί το περιβάλλον να είναι καθαρό και ευχάριστο. Δεν με νοιάζουν τα κεριά, τα λουλουδάκια και τα σερβίτσια, ούτε περιμένω το γκαρσόνι να γίνει κολλητός μου φίλος.
Οι παραξενιές μου είναι άλλες και πολλές βασίζονται στα διατροφικά πιστεύω μου: τα φρέσκα υλικά, την τοπική προέλευση, την εποχικότητα και την παράδοση. Δε θέλω να τρώω σπαράγγια και φράουλες τον Δεκέμβριο είτε έρχονται απ’ τη Νότια Αμερική είτε από θερμοκήπια της Κρήτης… δε μου κάνει όρεξη, πώς να το κάνουμε; Με νοιάζει τα ψητά να μην είναι ξαναζεσταμένα (τα μαγειρευτά άλλη υπόθεση), με νοιάζει τα ζυμαρικά να είναι βρασμένα της στιγμής σε μπόλικο νερό, με νοιάζει η σχάρα που ψήθηκε το ψάρι να μην έχει κρούστα από ταγγισμένο λάδι, με νοιάζει οι πατάτες τηγανητές να μην είναι κατεψυγμένες και το λάδι τους να είναι φρέσκο, με νοιάζει το κοτόπουλο να είναι ελευθέρας βοσκής… απλά πράγματα.
Για μένα ένα καλαμαράκι της ημέρας, καλοτηγανισμένο σε φρέσκο ελαιόλαδο, ή λίγο χταποδάκι στα κάρβουνα, τρυφερό μέσα και καραμελωμένο, κριτσανιστό απ έξω, σ’ ένα τραπεζάκι στη λιακάδα δίπλα στη θάλασσα με συνοδεία ούζου είναι από τις ύψιστες γαστρονομικές απολαύσεις.