Η εποχή της παπαρούνας
Μπορεί να διάλεξα το βουνό των κενταύρων, αλλά η πατρίδα μου είναι ο θεσσαλικός κάμπος. Αυτή την εποχή κάθε χρόνο κάνω ένα ταξίδι στη γενέθλια γη. Βγαίνοντας από την εθνική, στρίβω στον δρόμο Βόλου - Φαρσάλων κι αρχίζουνε τα θαύματα! Απέραντα χωράφια, άδεντρη πεδιάδα.
Αλλού το σπαρμένο σιτάρι έχει σηκωθεί καταπράσινο και τα στάχια του κουνιούνται με τον αέρα, αλλού φρεσκοοργωμένα ή και φρεσκοσπαρμένα με βαμβάκι χωράφια, αλλού ήδη τα πρώτα κανόνια ποτίζουν, πιο πέρα κάποιοι αντικατέστησαν την καλλιέργεια με φωτοβολταϊκά. Αλλά αυτό που κατακτάει το μάτι είναι οι κόκκινες πιτσιλιές της παπαρούνας στα χαντάκια δίπλα στον δρόμο. Παλιά, όταν η χρήση των ζιζανιοκτόνων ήταν άγνωστη ή και περιορισμένη, η παπαρούνα αυτή την εποχή έβαφε με το κόκκινό της τα πάντα. Ήταν σε όλα τα κτήματα, στις άκρες των δρόμων, σε κήπους και σε μπαξέδες.
Σήμερα αυτό το επίμονο ζιζάνιο εκδηλώνει οργιαστικά την παρουσία του στις άκρες των δρόμων και σε ακαλλιέργητες εκτάσεις. Διασχίζεις τον κάμπο και χορταίνει το μάτι κόκκινο! Αν πέσεις, γεγονός πια σπάνιο και σε εγκαταλειμμένο κτήμα, τότε αξίζει να σταματήσεις και να απολαύσεις. Η Άνοιξη αυτοπροσώπως, μέσα από το κόκκινο λουλούδι. Είναι η εποχή της.
Λίγα γαστροβοτανολογικά:
Η κοινή παπαρούνα είναι η “Μήκων η ροιάς”. Όταν είναι τρυφερή (πριν ανθίσει), προστίθεται απαραιτήτως στο μείγμα για τις χορτόπιτες. Ο παπαρουνόσπορος χρησιμοποιούνταν από την αρχαιότητα για να νοστιμίσει ψωμάκια και κουλούρια (μάκωνες άρτοι). Εκτός από τις κόκκινες παπαρούνες, θυμάμαι ότι υπήρχαν πιο σπάνια και σε άλλο χρώμα (κίτρινο;). Μάλιστα, τέτοια εποχή, το αγαπημένο μας παιχνίδι ήταν “Τούρκος ή Έλληνας”, ανοίγοντας τα μπουμπούκια της παπαρούνας για να δούμε αν από μέσα ήταν κόκκινα ή άλλο χρώμα.
Βεβαίως και στον κάμπο μας υπήρχε αυτοφυής η πανέμορφη “Μήκων η υπνοφόρος” η παπαρούνα του οπίου, γνωστή με το όνομα “μάκος”. Μάλιστα παλιότερα οι γκαραγκούνες χρησιμοποιούσαν το βραστάρι της για να κοιμίζουν τα μωρά τους όσο εκείνες δούλευαν στα χωράφια.