Η δόλια Μαριγώ στη Μαδρίτη
«Η κοπέλα η Μαριγώ
Μια σωστή δουλειά δεν κάνει
Την κουζίνα της ξεχνάει
Και θυμάται το χωριό»
Προχτές με πιάσανε τα γέλια γιατί θυμήθηκα αυτό το (άκρως incorrect πολιτικά) ποιηματάκι του Ζαχαρία Παπαντωνίου που μας μαθαίνανε στο σχολείο. Ε, δεν είμαι και τέτοια ακραία περίπτωση νοσταλγίας! Αφήστε που όχι μόνο δεν ξεχνάω την κουζίνα, αλλά αντιθέτως το έχω ρίξει στη μαγειρική για να ξεχνιέμαι… γιατί, κακά τα ψέματα, μου λείπει το χωριό.
Μου λείπει ο κήπος μου και μου λείπει η εξοχή. Ένα μήνα τώρα στη Μαδρίτη με όλες της τις χάρες, υπάρχουν στιγμές νοσταλγίας που καραδοκούν εκεί που δεν το περιμένω... Γιατί δεν είναι μόνο τα προφανή που μου λείπουν- ο καθαρός αέρας, η πρώτη εμφάνιση κάθε άγριου λουλουδιού, η ξεκούραση δίπλα στο τζάκι μετά από μερικές ώρες κλαδέματος στη χειμωνιάτικη λιακάδα...
Πετώντας τα κατακάθια του καφέ ή τα φλούδια από πατάτες στα σκουπίδια, ας πούμε, σκέφτομαι όλο εκείνο το δυνάμει κόμποστ που πάει χαμένο. Περνώντας έξω από ανθοπωλείο σκέφτομαι «άνθισε άραγε η μιμόζα, αντέχουν ακόμα τα διπλά ζουμπούλια, άνοιξε η πρώτη άγρια ίρις;».
Μου ’ρχεται να πιάσω τα τηλέφωνα για να ρωτήσω και μετά ντρέπομαι.
Στο παρκάκι της διπλανής μας πλατείας συγκινήθηκα προχτές γιατί είδα μια ψευτόδαφνη (Viburnum tinus) με κάτι κλαδάκια που είχαν καταφέρει να ξεφύγουν απ το καλούπι του άγριου ψαλιδίσματος που κυριαρχεί στα αστικά πάρκα και να πετάξουν δυο-τρία κακομοιριασμένα ανθάκια.
Στο κτήμα στην Κέρκυρα, αλλά και στο δάσος και στις άκρες του δρόμου και των χωραφιών οι ψευτόδαφνες τώρα θα είναι γεμάτες λουλούδια και αυτή η ανθοφορία, που άρχισε τον Δεκέμβριο, θα κρατήσει περίπου δυο μήνες ακόμα. Αυτός ο περιφρονημένος και παραμελημένος θάμνος, εκτός από τις πρακτικές χάρες που θα απαριθμήσω παρακάτω, έχει το εξής μαγικό εφέ: μια αρμονική τριχρωμία με φόντο τη στιλπνή σκουροπράσινη φυλλωσιά της.
Τα μπουμπούκια και τα νέα κλαδάκια έχουν ένα ρόδινο χρώμα, τα λουλούδια ένα γλυκό κρεμ, και οι καρποί ένα σκούρο μπλε μεταλλικό που ιριδίζει ελάχιστα. Το λουλούδι σκορπίζει ένα ελαφρύτατο, φρέσκο άρωμα (λίγο σα μωρουδιακό ταλκ) που γίνεται πιο έντονο ανάλογα με τη θερμοκρασία ή την υγρασία.
Αυτά ως προς τις αισθήσεις. Από πλευράς θεωρίας και λογικής: χαρακτηριστικό μεσογειακό φυτό, με την έννοια ότι διατηρεί το καταπράσινο γυαλιστερό του φύλλωμα στη ζέστη του καλοκαιριού με μηδενικό ή ελάχιστο πότισμα. Είναι εύκολο: δεν χρειάζεται σκάλισμα, λίπασμα, κλάδεμα, φροντίδα. Βρίσκεται εύκολα στην αγορά και είναι πάμφθηνο αλλά και πολλαπλασιάζεται ευκολότατα από μοσχεύματα. Την εποχή που ανθίζει, ελάχιστα άλλα ανθισμένα φυτά υπάρχουν εκτός θερμοκηπίου και είναι ιδεώδες για βάζο με την τριχρωμία του και την αντοχή του.
Γιατί λοιπόν το περιφρονούμε ή στην καλύτερη περίπτωση το αγνοούμε; Ακόμα και η κοινή ονομασία του μας λέει ότι είναι δεύτερης κατηγορίας δάφνη.
(Αφήστε πια στην Κέρκυρα που το αποκαλούν «ψωρόδαφνη».)
Μέχρι άκουσα να λέγεται ότι το φύλλωμά του βρωμάει όταν βρέχεται (κάτι που μέχρι τότε είχα συσχετίσει μόνο με το τρίχωμα σκύλου!) και γι' αυτό πολλοί δεν το αγαπούν. Αυτή η θεωρία είναι τόσο διαδεδομένη, ώστε κάποια αλήθεια θα κρύβει. Εγώ πάντως δεν έχω μυρίσει ποτέ τίποτα.
Τώρα κάνω την έξυπνη βέβαια, αλλά πρέπει να σας ομολογήσω ότι η αγάπη μου αυτή για το ταπεινό φυτό εξελίχθηκε με τα χρόνια. Όταν τα πρωτοφύτεψα ήταν λόγω... βολής: γιατί ήταν φθηνά και εύκολα και μεγάλωναν γρήγορα. Τις χάρες του τις ανακάλυψα σιγά σιγά και με τα χρόνια. Εσάς σας δίνω την ευκαιρία να το αγαπήσετε απ' την πρώτη στιγμή.
Εν τω μεταξύ, πάω στο πάρκο και το χαιρετάω.